Θα χωρέσει μια παιδική χαρά εκεί που βρισκόταν μια φυλακή;

Άρθρο της Έλενας-Όλγας Χρηστίδη, επιστημονικά υπέυθυνης του Orlando LGBT+, στην Εφημερίδα των Συντακτών.

 

Ανάμεσα στις πρόσφατες προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού ήταν η μετακίνηση των φυλακών Κορυδαλλού «εκτός του αστικού ιστού», η κατεδάφιση των εγκαταστάσεών τους και η ανοικοδόμηση στον ίδιο χώρο ενός πάρκου με παιδική χαρά και πράσινο. Το εν λόγω σχέδιο συνόδευαν και άλλες εξαγγελίες, όπως η ίδρυση φυλακών υψίστης ασφαλείας, η επαναφορά στην αστυνομία της ομάδας Δέλτα και η ενίσχυση των δυνάμεων ασφαλείας με νέο εξοπλισμό και πρόσληψη 1.500 νέων αστυνομικών.

Το μοντέλο είναι γνωστό. Η επιβολή της εξουσίας μέσω της αυστηρής πειθαρχίας και συμμόρφωσης, του πανοπτικού μοντέλου και ενός κλειστού αρχιτεκτονικού σχήματος είναι στοιχεία που ο Φουκό έχει αναλύσει μιλώντας για τη λειτουργία της φυλακής που δουλεύει σαν καλοκουρδισμένο ρολόι με στόχο τη δημιουργία «πειθήνιων σωμάτων». Η μεταφορά των φυλακών Κορυδαλλού έξω από τον αστικό ιστό, σε περιοχή απομονωμένη από το ενεργό κοινωνικό σύνολο, ενισχύει αυτό το μοντέλο. Αφήνει την εξουσία ελεύθερη να επιβάλλεται σιωπηλά, μακριά από τους «πολίτες», ιδιότητα που οι φυλακισμένοι έχουν στερηθεί, εντείνει την έννοια ενός τυφλού σωφρονισμού, μακριά -πρακτικά και συμβολικά- από την κοινωνική επανένταξη και την ενσωμάτωση.

Στην πράξη, το ζήτημα της μεταφοράς των φυλακών Κορυδαλλού είναι, σε κάθε περίπτωση, ένα θέμα που χρειάζεται ψύχραιμη ανάλυση και συμπερίληψη όλων των πλευρών (κατοίκων, κράτους, κρατουμένων) για να αναλυθούν οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες. Αυτό όμως που υπογραμμίζει το παρόν σχόλιο είναι ο τρόπος που γίνεται αυτή η εξαγγελία, το ζήτημα που θέτει στο επίκεντρο και οι συμβολισμοί που ανασύρει. Ο πρωθυπουργός δεν αναφέρθηκε σε οικονομικούς παράγοντες, σε αιτήματα των κατοίκων και σε διαφορετικούς τρόπους υπεράσπισής τους, ούτε βέβαια σε δικαιώματα κρατουμένων (γιατί ναι, οι κρατούμενοι εξακολουθούν να είναι φορείς δικαιωμάτων). Αναφέρθηκε μόνο στη μετακίνηση των φυλακών, και μάλιστα με γλαφυρό τρόπο, σαν να ήταν ένα αυτονόητο θετικό μέτρο, ξεκαθαρίζοντας μάλιστα ότι οι νέες εγκαταστάσεις θα είναι περισσότερο απομονωμένες, έξω από τα αστικά κέντρα.

Οι συμβολισμοί αυτοί του πρωθυπουργού γίνονται ακόμα πιο έντονοι όταν περιγράφει τι θα απογίνουν οι εγκαταστάσεις των φυλακών. Η χρήση λέξεων και εικόνων κάνει το πλάνο πιο παραστατικό: πρώτα λέει «θα κατεδαφιστούν» και είναι σαν να βλέπουμε μπροστά μας τις μπουλντόζες να εξαφανίζουν κάγκελα και κτίρια με μικρά παράθυρα. Θα μπορούσε ακόμα να πει ότι θα εξαφανιστούν, θα ξεχαστούν, θα εξαχνωθούν –τίποτα να μη θυμίζει ότι εκεί ζούσαν «αυτοί» οι άνθρωποι. Οι παρίες της κοινωνίας, η ντροπή των αποτυχιών της, που ό,τι έκαναν και βρέθηκαν εκεί το αποδίδουμε σε ατομική ευθύνη και αποποιούμαστε τη συλλογική. Να μην τους βλέπουμε λοιπόν. Να μην τους θυμόμαστε καν.

Σε αυτό, στη λήθη, θα βοηθήσει και το «μετά». Το ότι δηλαδή στον ίδιο χώρο θα δημιουργηθεί πάρκο, χώρος αναψυχής και ψυχαγωγίας. Φανταζόμαστε δέντρα και θάμνους, παιδάκια να παίζουν, οικογένειες να συναντιούνται. Η ενοχή, ποινικά καταδικασμένη, θα έχει φύγει και θα έχει αφήσει άπλετο χώρο για την αθωότητα.

Θα μπει ακόμα μια γραμμή ανάμεσα στην υποτιθέμενη κανονικότητα και την παραβατικότητα. Το ενταγμένο και το εξοστρακισμένο. Το αποδεκτό και το καταδικαστέο.

Λίγες μέρες μετά τις προγραμματικές δηλώσεις, τη Δευτέρα το βράδυ, ο πρωθυπουργός υπεραμύνθηκε της απόφασής του αυτής για τις φυλακές, θέτοντας ακόμα πιο καθαρά ως βασικό κριτήριό της την «ασφάλεια», λέγοντας ότι από τις φυλακές εκκινεί έντονη εγκληματικότητα που απειλεί τις γειτονιές. Πουθενά, και πάλι, δεν θεωρήθηκε απαραίτητο να αναφερθεί στην ίδια τη λειτουργία και τον σκοπό των φυλακών, πέρα από τις αναπαραστάσεις τους σαν μαντριά λύκων που χρειάζεται να είναι μακριά από τα πρόβατα, αναπαραστάσεις που καμία θέση δεν έχουν και σε καμία βελτίωση δεν μπορούν να οδηγήσουν σε καιρούς δημοκρατίας. Η ασφάλεια ως κριτήριο, ως μέσο αλλά και ως αυτοσκοπός, γίνεται κεντρικό αφήγημα της νέας κυβέρνησης.

Ισως να πρέπει να ειπωθεί ρητά, ακόμα και αν μοιάζει ξένο για κάποιους ή αυτονόητο για άλλους: οι άνθρωποι στους οποίους έχει επιβληθεί ποινή φυλάκισης δεν βρίσκονται έγκλειστοι για να υποστούν μια ισόβια βασανιστική τιμωρία, άμοιροι δικαιωμάτων, και βέβαια δεν βρίσκονται καν όλοι εκεί με ποινή ισόβιου εγκλεισμού –που και αυτή δεν οδηγεί πάντα σε κυριολεκτική ισόβια κάθειρξη. Βρίσκονται εκεί με ατομική τους ευθύνη (εξού και η ποινή) αλλά και ευθύνη του κοινωνικού πλαισίου ταυτοχρόνως, κάπου όπου θα μπορούσε να βρεθεί ανά πάσα στιγμή όποιος και όποια τους κοιτάζει «απ’ έξω», όσο φοβιστικό ή ξένο κι αν ακούγεται. Και ο σκοπός ενός δημοκρατικού κράτους είναι να τους βοηθήσει να ξαναβρεθούν εκεί έξω και να θυμίζει στους πολίτες ότι καμιά ελευθερία δεν μπορεί να ασκείται και κανένα δικαίωμα να διεκδικείται στη βάση μιας συνθήκης ανελευθερίας ή παραβίασης κάποιου άλλου δικαιώματος.

Τα παιδάκια λοιπόν θα παίζουν ανέμελα στο πάρκο των πρώην φυλακών Κορυδαλλού, το οποίο πιθανότατα θα μετονομαστεί και θα πάρει το όνομα κάποιου μεγάλου πολιτικού ή θρησκευτικού ηγέτη της χώρας.

Τα παιδιά (θα) είναι ασφαλή –αν μείνουν αιωνίως παιδιά, φορτωμένα με τις κατασκευασμένες αναπαραστάσεις της αθωότητας.

Και η κοινωνία (θα) είναι καθαρή –αν βλέπει για πάντα μόνο τη μια της όψη, την «κανονική».

Αυτό που χάνεται βέβαια είναι η κοινωνική δικαιοσύνη, η ενσωμάτωση, η συλλογική ευθύνη. Και ο άνθρωπος.